ὕστερος

ὕστερος
ὕστερος, [full] ὕστᾰτος,
A latter, last, [comp] Comp. and [comp] Sup. without any Posit. Adj. in use. (The Posit. must be looked for in Skt. úd 'up'; with ὕστερος, ὕστατος cf. Skt. [comp] Comp. and [comp] Sup. úttaras, uttamás 'higher, (later)', 'highest, (latest)'; cf. ὑστέρα.)
A [full] ὕστερος, α, ον, latter:
I of Place, coming after, behind,

ὑστέρῳ ποδί E.Hipp.1243

, HF1040; ὑστέρας ἔχων πώλους keeping them behind, S.El.734;

ὕ. λόχος X.Cyr.2.3.21

;

ἐν τῷ ὑ. λόγῳ Antipho 6.14

, cf. Pi.O.11(10).5, Pl.Grg.503c, etc.; τὰ ὕ. the latter clauses, Plu.2.742d (s. v. l., δεύτερα Turnebus): c. gen., ὕστεροι ἡμῶν behind us,
Pl.Ly. 206e, cf. Th.3.103; οὐδὲν ὑστέρα νεώς not a whit behind (slower than) a ship, A.Eu.251.
II of Time, next,

ὁ δ' ὕστερος ὄρνυτο χαλκῷ Il.5.17

, 16.479; τῷ ὑ. ἔτει in the next year, X HG7.2.10;

τῇ ὑ. Ὀλυμπιάδι Hdt.6.103

; ὑ. χρόνῳ in after time, Id.1.130
, A.Ag.702 (lyr.), etc.;

ἐν ὑ. χρόνοις Pl.Lg.865a

;

ἐν ὑστέραισιν ἡμέραις A.Ag.1666

(troch.); δεκάτῃ ὑ. or ὑ. δεκάτῃ, on the [ per.] 21st day, Decr. ap. D.L.7.10, cf. Longin.Rh. p.192 H.: c. gen., later than, after,

σεῦ ὕστερος εἶμ' ὑπὸ γαῖαν Il.18.333

, cf. Ar.Ec.859, Pl.Phd. 87c, al.:

ὑ. χρόνῳ τούτων Hdt.4.166

, 5.32, cf. Th.2.54.
2 later, too late,

ὕ. ἐλθών Il.18.320

;

κἂν ὕ. ἔλθῃ Ar.V.691

(anap.);

μῶν ὕστεραι πάρεσμεν; Id.Lys.69

;

ὑ. ἀφικνεῖσθαι Th.4.90

; ὕ. (sc. ἐλθών) S.OT222, Tr.92;

Διονύσιος ὁ ὕ. D.

the second, Arist.Pol.1312a4.
3 c. gen. rei, too late for,

ὕστεροι ἀπικόμενοι τῆς συμβολῆς Hdt.6.120

;

ὕ. ἐλθεῖν τοῦ σημείου Ar.V.690

(anap.);

κακῶν ὕ. ἀφῖγμαι E.HF1174

;

ὕ. ἀφίκοντο τῆς μάχης μιᾷ ἡμέρᾳ Pl.Lg.698e

.
4 as Subst.,

οἱ ὕ.

posterity,

E. Supp.1225

; ἄνδρες ὕ., ὕ. βροτοί, Id.Tr.13,1245.
III of inferiority in Age, Worth, or Quality, γένει ὕ., i.e. younger, Il.3.215; c. gen., οὐδενὸς ὕ. second to none, S.Ph.181(lyr.), cf. Th.1.91;

γυναικὸς ὕ. S. Ant.746

; μηδ' ἔμπροσθεν τῶν νόμων, ἀλλ' ὕ. πολιτεύου not putting yourself above the laws, but below them, Aeschin.3.23; σῶμα δεύτερον καὶ ὕ (sc. ψυχῆς) Pl.Lg.896c; νομίσας πάντα ὕστερα εἶναι τἆλλα πρός τι that all things were secondary to . . , Th.8.41.
2 logically posterior,

ὁ τόπος ὕ. τῆς ὕλης Plot.2.4.12

.
IV Adv. ὑστέρως is found only in Eccl. writers, the ascription to Plato by Ammon. Diff.p.115V., Thom.Mag.p.284 R. being now corrected from Ptol. Ascal.p.405 H., where codd. have δευτέρως: the neut. ὕστερον was used, rarely of Place, behind,

ὀπαδεῖν ὕ. A.Fr.475

;

ὕ. τῶν ἱππέων γίγνεσθαι X.Cyr.5.3.42

.
2 of Time, later, afterwards, parm.8.10, Hdt.6.91, etc.; also τὸ ὕ., opp. τὸ παλαιόν, Lycurg.61;

ὕστερα Od.16.319

; freq. with other words,

ὕ. αὖτις Il.1.27

;

οὔποτ' αὖθις ὕ. S.Aj.858

; ἔπειτα δ' ὕ., after μέν, Antiph.270;

εἶτα . . ὕ. Id.53.4

; χρόνῳ ὕ. πολλῷ a long time after, Hdt.1.171; ὕ. χρόνῳ or χρόνῳ ὕ. some time later, Th.1.8,64;

χρόνοις ὕ. Lys.3.39

;

βραχεῖ χρόνῳ ὕ. X.Cyr.5.3.52

;

οὐ πολλαῖς ἡμέραις ὕ. Id.HG1.1.1

; ὀλίγῳ or

ὀλίγον ὕ. Pl.R.327c

, Grg. 471c;

πολλῷ ὕ. Th.2.49

, Pl.Phd. 58a;

οἱ ἄνθρωποι οἱ ὕ.

posterity,

Id.R. 415d

; τὰ ὕ. γράμματα the later inscriptions, Id.Chrm.165a.
b c. gen.,

ὕ. τούτων Hdt.1.113

, etc.;

ὕ. ἔτι τούτων Id.9.83

; τῆς ἐμεωυτοῦ γνώμης ὕ. after my own opinion was formed,
Id.2.18; τοῦ δέοντος ὕ. later than ought to be, Ar.Lys.57: c. dat. et gen.,

ἔτεσι πολλοῖσι ὕ. τούτων Hdt.6.140

, cf. 1.91;

πολλῷ ὕ. τῶν Τρωϊκῶν Th.1.3

, cf. Isoc. 19.22: folld. by

ἤ, τεσσαρακοστῇ ἡμέρᾳ ὕ . . . ἢ ποτείδαια ἀπέστη Th. 1.60

, cf. 6.4.
3 in Adv. sense with Preps.,

ἐς ὕστερον Od.12.126

, Hes.Op.351, Hdt.5.41
,74, S.Ant.1194, E.IA720, Pl.Ti.82b, etc.:

ἐν ὑστέρῳ Th.3.13

, 8.27:

ἐξ ὑστέρου D.S.14.109

, D.H.4.73; also

ἐξ ὑστέρης Hdt.1.108

, 5.106, 6.85.
B [full] ὕστᾰτος, η, ον, last:
I of Place,

ἅμα θ' οἱ πρῶτοί τε καὶ ὕστατοι Il.2.281

; εὐθυντὴρ ὕστατος νεώς hindmost, of a rudder,
A. Supp.717;

ἡμῖν τοῖς ὑ. κατακειμενοις Pl.Smp.177e

.
II of Time,

τίνα πρῶτον, τίνα δ' ὕ. ἐξενάριξεν; Il.11.299

, cf. 5.703, E HF485, etc.;

ὁ δ' ὕ. γε . . πρεσβεύεται A.Ag.1300

; ἡλίου . . πρὸς ὕ. φῶς ib.1324; τὸν ὕ. μέλψασα γόον ib.1445;

τοὔπος ὕ. θροεῖ S.Aj.864

; ἡ ὑστάτη (sc. ἡμέρα) τῆς ὁρτῆς the last day of . . , Hdt.2.151
;

ἐν τοῖσιν ὑ. φράσω Ar. Ra.908

; οὐκ ἐν ὑστάτοις not among the last, E.Ion1115;

οἱ ὕστατοι εἰπόντες D.1.16

, etc.; ὕστατος ἁλώσιος ἀντάσαις meeting with his downfall at last, Pi.O.10(11).41.
III of Rank or Degree,

οὐκ ἐν ὑστάτοις S.Tr.315

; τὰ ὕ. πάσχειν, like τὰ ἔσχατα, Luc.Phal.1.5.
IV for regul. Adv. ὑστάτως (which occurs only in Hippiatr. 20), the neut. sg. and pl. are used,

πύματόν τε καὶ ὕστατον Od.20.116

;

ὕστατα καὶ πύματα 4.685

, 20.13;

νῦν ὕστατα Il.1.232

, Od.22.78
;

ὕστατα ὁρμηθέντες Hdt.8.43

;

καὶ πρῶτον καὶ ὕ. Pl.Mx.247a

; ὕ. δή σε προσεροῦσι, τὸ ὕ. προσειπεῖν, Id.Phd.60a, Luc.VH1.30.
2 in Adv. sense with Preps.,

ἐν ὑστάτοις

at last,

Pl.R.620c

; εἰς τὸ ὕ. extremely,

γέρων ἐς τὸ ὕ. Luc.Herm.9

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ὕστερος — latter masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ύστερος — η, ο/ ὕστερος, έρα, ον, ΝΜΑ, και οὕστερος, ον, και τ. ουδ. ως επίρρ. ὕσταριν, Α 1. αυτός που, σε σχέση με τον χρόνο ή σε σχέση με μια σειρά, ακολουθεί, έρχεται μετά από κάποιον άλλο, ο μεταγενέστερος ενός άλλου (α. «στην ύστερη αρχαιότητα… …   Dictionary of Greek

  • ύστερος — η, ο (συγκρ. υστερότερος, υπερθ. ύστατος) 1. αυτός που χρονικά ή σε σειρά ακολουθεί άλλον, επόμενος, κατοπινός: Ύστερη σκέψη. 2. μτφ., αυτός που υστερεί, κατώτερος, δευτερότερος, παρακατιανός: Η ποιότητα αυτού του ξύλου είναι ύστερη. 3.… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὑστέρως — ὕστερος latter adverbial ὕστερος latter masc acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστερέων — ὕστερος latter masc/fem gen pl (epic ionic) ὑστέρα womb fem gen pl (epic ionic) ὑστερέω to be behind pres part act masc nom sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστέραις — ὕστερος latter fem dat pl ὑστέρα womb fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστέραισιν — ὕστερος latter fem dat pl (epic ionic aeolic) ὑστέρα womb fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστέρη — ὕστερος latter fem nom/voc sg (epic ionic) ὑστέρα womb fem nom/voc sg (epic ionic) ὑ̱στέρη , ὑστερέω to be behind imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ὑστερέω to be behind pres imperat act 2nd sg (doric aeolic) ὑστερέω to be behind imperf ind act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστέρην — ὕστερος latter fem acc sg (epic ionic) ὑστέρα womb fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστέρης — ὕστερος latter fem gen sg (epic ionic) ὑστέρα womb fem gen sg (epic ionic) ὑ̱στέρης , ὑστερέω to be behind imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ὑστερέω to be behind imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑστέρους — ὕστερος latter masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”